Monday, January 3, 2011

ΔΗΜΟΣΙΩΣ ΣΥΓΝΩΜΗ

Η συζήτηση ξεκίνησε πριν αρκετό καιρό και κρατάει καλά ως τις μέρες μας. Και μάλιστα με επίσημο τρόπο: από τα χείλη ενός υπουργού της ελληνικής κυβέρνησης. «Το νόμιμο είναι και ηθικό» απεφάνθη ο εν λόγω κύριος, αποκαλύπτοντας  με τον πιο δραματικό τρόπο, μια παθογένεια της ελληνικής πολιτικής και του δημόσιου βίου εν γένει. Την αδυναμία της κοινωνίας μας να ξεχωρίσει δυο έννοιες που όχι μόνο δεν ταυτίζονται αλλά συχνά, μας έχει διδάξει η ιστορία, αλληλοσυγκρούονται. Και ο Γεώργιος Παπαδόπουλος στην νεότερη Ελληνική άλλωστε όπως και ο Αδόλφος Χίτλερ μερικές δεκαετίες πριν στην  Γερμανική ιστορία, βάσει νόμων ενεργούσαν και έκαναν όσα καλά έκαναν.
Και αυτό, δυστυχώς, αποτελεί μια διαχρονική επιλογή της κοινωνίας μας όχι βέβαια από κάποια νοητική δυσλειτουργία αλλά γιατί βολεύει ένα σύστημα συναλλαγών που οποιοσδήποτε αντικειμενικός κριτής αδυνατεί παντελώς να καταλάβει. Δεν είναι ο αξιότερος αυτός που θα καταφέρει να φτάσει στο τέρμα στα καθ’ ημάς αλλά ο καταφερτζής, ο κουτοπόνηρος, ο τσαμπουκάς, ο μαιτρ της διαπλοκής, ο χωρίς ηθικές αναστολές και φυσικά ο έχων τον κατάλληλο «θείο στην Κορώνη» που «θα καθαρίσει για λογαριασμό του» την σωστή στιγμή. Δεν είναι δε λίγες οι φορές που νόμοι σχεδιάζονται από τους νομοθέτες μας για να περιγράψουν τους αρεστούς, έτσι που να γλιτώνει κανείς από πιθανές αξιώσεις για εξηγήσεις και επεξηγήσεις κάποιων αφελών που έχουν πιστέψει ότι η ευθεία οδός, στην οποιαδήποτε προσπάθεια, μπορεί να είναι από μόνη της αρκετή. Μ’ αυτό τον τρόπο όλα είναι νόμιμα άρα και ηθικά και όποιος έχει αντιρρήσεις είναι εκτός τόπου και χρόνου.
Με βάση αυτή την πατροπαράδοτη πρακτική, τα τέκνα και οι συγγενείς των ελλήνων πολιτικών είναι οι αυριανοί μας πολιτικοί ηγέτες, όπως και οι ίδιοι είναι παιδιά και συγγενείς των πολιτικών του χθες. Αντίστοιχα τα παιδιά των καθηγητών στα Πανεπιστήμιά μας οι αυριανοί καθηγητές των παιδιών μας και γενικά κανείς δεν είναι τόσο ικανός και άξιος όσο «το τέκνο», «ο συγγενής» ή «ο κολλητός» αυτού που έχει κληθεί να υπηρετήσει τον δημόσιο βίο της χώρας και έχει μάλιστα  ορκιστεί να το κάνει, με βάση το σύνταγμα της χώρας που -παράδοξο πως- άλλα απαιτεί και ορίζει. Η βαθειά κρίση που περνάμε και σαν κράτος αλλά και σαν κοινωνία, σ’ αυτό συμφωνούν όλοι ειδικοί και μη, ακριβώς σ’ αυτή την πρακτική οφείλεται. Είναι μάλιστα τόσο αυτονόητη, ώστε αποτελεί κοινή σχεδόν πεποίθηση ότι η ισοπολιτεία,  όπως την ορίζει το σύνταγμα μας, είναι μια έννοια που τελικά μόνο οι αφελείς και αιθεροβάμονες μπορούν να πιστεύουν.  
 «Είναι βαθειά υποτιμητικό αλλά και καταστροφικό για μια χώρα που θεωρεί τον εαυτό της μέλος των δυτικών προηγμένων χωρών, να λειτουργεί με καθεστώς ευνοιοκρατίας» υποστήριξε σε συνέντευξη στην κρατική τηλεόραση ο πρόσφατα βραβευμένος με το Νόμπελ των Οικονομικών, Κύπριος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, Χριστόφορος Πισσαρίδης. Μερικούς μήνες πριν ο νεαρός  -καθηγητής του Μπέρκλεϋ πια αυτός- Κωστής Δασκαλάκης απαντώντας στις προσφωνήσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας αλλά και φορέων της ιδιαίτερης πατρίδας του της Κρήτης που τον κάλεσαν για να τον τιμήσουν, διαπίστωνε αυτό που είναι γνωστό σε όλους μας: «στην Ελλάδα θα χανόμουν». Και πράγματι αυτό που χωρίς καμία χρονοτριβή έκαναν οι «χαζοχαρούμενοι» κατά πολλούς Αμερικανοί, να του δώσουν δηλαδή μια θέση Πανεπιστημιακού δασκάλου σε ένα από τα καλύτερα τους Πανεπιστήμια, θα ήταν αδιανόητο για τους «ευφυείς και καταφερτζήδες» Έλληνες. Παρόλο που ο νεαρός αυτός κατάφερε να ανατρέψει την περίφημη θεωρία του Nass και να δώσει λύση σ’ ένα πρόβλημα άλυτο για μισό αιώνα από την διεθνή μαθηματική κοινότητα, θα ήταν αδύνατον να διδάξει στα απαξιωμένα και προβληματικά  δικά μας Πανεπιστημιακά Ιδρύματα γιατί κάποιοι θα του έκοβαν τον δρόμο.
Για έναν λογικά σκεπτόμενο άνθρωπο, η πρακτική αυτή όχι μόνο υποτιμητική είναι αλλά και τρομερά βλακώδης. Δηλώνω ταπεινά ότι, έχοντας συμπληρώσει μισό αιώνα ζωής, είμαι παντελώς ανίκανος έστω και να καταλάβω την όποια χρησιμότητά της πέρα από τη στενοκέφαλη όσο και εγωιστική προσέγγιση του προσωπικού συμφέροντος. Όπως επίσης ότι οι άνθρωποι που αβασάνιστα συμβιβάζονται με αυτήν την πρακτική, επειδή έτσι απλά βολεύει, είναι άνθρωποι που πολύ δύσκολα θα μπορούσα να εμπιστευτώ. Όταν δε αυτή η τακτική γίνεται αποδεκτή και χρησιμοποιείται αβασάνιστα από νέους, αισθάνομαι πραγματικά πολύ μεγάλη απογοήτευση. Συχνά, όταν έρχομαι αντιμέτωπος με τέτοιες τακτικές ή και απλές συζητήσεις γύρω από το θέμα, χάνω και τον αυτοέλεγχο μου. Για ένα τέτοιο μου ατόπημα θα προσπαθήσω, έστω και με καθυστέρηση, να απολογηθώ και μάλιστα δημοσίως.
Μερικούς μήνες πριν, έφθασα στην Ύδρα  γεμάτος ενθουσιασμό και ελπίδες, μαζί με πολλούς άλλους συμπολίτες μας για να πάρω μέρος στις εκλογές της νέας Δημοτικής Αρχής. Η διάθεση για αλλαγή ήταν κάτι που μπορούσε κανείς να αισθανθεί στο αέρα. Όπως μάλιστα, πολύ εύστοχα το έθεσε ένας φίλος πατριώτης, όλοι μας είχαμε βαρεθεί με τους επαγγελματίες της πολιτικής και ο ερασιτεχνισμός (με την καλή έννοια) της άλλης λύσης μας γέμιζε ελπίδες. 
                Όπως είναι όμως κατανοητό αυτή δεν μπορεί να ήταν άποψη όλων και φυσικά υπήρχαν και αυτοί που ή δυσπιστούσαν ή είχαν τις αντιρρήσεις τους. Σε μια τέτοια συζήτηση και ανταλλαγή επιχειρημάτων λοιπόν, με τρεις πολύ καλούς φίλους από τα παιδικά μου χρόνια που διαφωνούσαν ή δεν έβλεπαν την αναγκαιότητα και τη χρησιμότητα οποιασδήποτε  αλλαγής, μου συνέβη:  όταν ένας παρατήρησε ότι «δεν υπάρχει καμία αλλαγή και ότι όταν εκλεγούν και οι άλλοι, θα κοιτάξουν να βολέψουν πρώτα τους οικείους και μετά βλέπουμε…» έχασα τον έλεγχο. Θυμωμένος τους ανέπτυξα την θεωρία της συμμετοχικής κοινωνίας, τα θαύματα του εθελοντισμού, μίλησα γι’ αυτή την όμορφη κίνηση νέων παιδιών τους ATHENISTAS που κάνουν κυριολεκτικά θαύματα με τις παρεμβάσεις τους στην Αθήνα και τέλος απέδωσα όλη αυτή τους την δυσπιστία και την ισοπεδωτική προσέγγιση στην «χοντροκεφαλιά και την παντελή διανοητική ακαμψία των Τράγων».  Με απλά λόγια τους πρόσβαλα, παίζοντας με την καταγωγή τους από τα βουνά της Ύδρας, που είναι βέβαια και η δική μου καταγωγή και για την οποία αισθάνομαι επιπλέον ιδιαίτερα υπερήφανος. Αυτό το τελευταίο είναι και αυτό που τους συγκράτησε. Με θεωρούν δικό τους και το άφησαν ασχολίαστο.  Γελώντας μάλιστα και οι τρεις, αλλά εμφανώς ενοχλημένοι, πρότειναν να σταματήσουμε εκεί την συζήτηση και να πιούμε τον καφέ μας «ήσυχα και σαν να μην συμβαίνει τίποτα». Ο ένας βέβαια, προς απόδειξη όσων σωστά μας προσάπτουν περί «ξερών κεφαλών» μου είπε: «τι την χαλάς την ζαχαρένια σου; Να εδώ θα είμαστε σε μερικούς μήνες και θα δεις! Τις εκλογές όπως δείχνουν τα πράγματα τις έχετε κερδίσει… Απλά περίμενε λιγάκι…».  Πράγμα που με θύμωσε ακόμη περισσότερο. Το ίδιο βράδυ, με ένα μεγάλο μέρος των πατριωτών μας, πανηγύρισα την πολύ αναμενόμενη αλλαγή φρουράς και επέστρεψα στην Αθήνα χαρούμενος, ευχαριστημένος και σίγουρος ότι καλύτερες μέρες και άλλες μέθοδοι αρχίζουν για το αγαπημένο νησί.
                Πριν δυο εβδομάδες έλαβα -μέσω Face Book παρακαλώ- το εξής μήνυμα από τον έναν από τους τρεις φίλους μου τους «Τράγους», που μου απέδειξε για μια ακόμη φορά ότι όχι μόνο ευλυγισία αλλά και τρομερή ταχύτητα διαθέτουν στην σκέψη:


Συνδυασμός: «ΤΑ ΑΝΙΨΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΔΡΑ»

Δήμαρχος: Ο ΘΕΙΟΣ
Αντιδήμαρχος: Η ΑΝΙΨΙΑ
Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου: Ο ΚΟΥΜΠΑΡΟΣ ΤΗΣ ΑΝΙΨΙΑΣ
Πρόεδρος Δημοτικής Επιχείρησης: Ο ΓΑΜΠΡΟΣ ΤΗΣ ΚΟΥΜΠΑΡΑΣ
Νομικός Σύμβουλος: Ο ΑΝΙΨΙΟΣ

Όπως καταλαβαίνεις αγαπητέ μου φίλε που σ’ αρέσει να περπατάς στα σύννεφα, δεν χρειάστηκε καν να περιμένεις πολύ. Είναι επικίνδυνο για ένα Τράγο να γίνεται καλλιτέχνης. Χάνει την επαφή με τη γη και τα βράχια. Τη μόνη σταθερή στη ζωή μας!

*Σε ένα είχες βέβαια δίκιο. Για όλους εμάς τους άλλους δεν μένει παρά ο Εθελοντισμός…

Στην αρχή το θεώρησα ένα  μάλλον ατυχές αστείο. Μετά τα πρώτα τηλεφωνήματα κατάλαβα ότι ήταν αλήθεια. Εν μέρει τουλάχιστον. Παρόλα αυτά δεν ήθελα για μέρες να το πιστέψω. Μέχρι αυτή την στιγμή που γράφω το κείμενο ασυνείδητα ψάχνω για λογικές επεξηγήσεις και δεν βρίσκω απολύτως καμία. Ίσως φταίει η γερμανική μου παιδία καθώς παρατηρούν συχνά με μια δόση ειρωνείας οι καλοί μου φίλοι οι «Τράγοι» τους οποίους αδίκησα τελικά…
                Το μόνο που μπορώ και θέλω να κάνω λοιπόν είναι να τους ζητήσω ΔΗΜΟΣΙΩΣ ΣΥΓΝΩΜΗ.

Δευτέρα, 3 Ιανουαρίου 2011

Παναγιώτης Ράππας

Υστερόγραφο:
Αγαπητοί φίλοι της «Αλήθειας για την Ύδρα», ξεκινάτε την θητεία σας με ένα φάουλ που σηκώνει ακόμη και κόκκινη κάρτα. Και η κόκκινη κάρτα ενός ψηφοφόρου ελπίζω να μη σας διαφεύγει ποια είναι.  Σας εύχομαι καλή δύναμη για τη συνέχεια και αν θέλετε να ακούσετε την ταπεινή μου γνώμη, την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να πάρετε αποφάσεις παιδέψτε το λίγο πιο πολύ…  Γιατί το νόμιμο σίγουρα δεν είναι και ηθικό. 

Thursday, June 10, 2010

ΑΠΛΑ ΛΑΘΟΣ;

Υπάρχουν στιγμές που όσο καλοπροαίρετα και αν προσπαθήσει κανείς να δικαιολογήσει ένα γεγονός, του το αρνούνται πεισματικά και η λογική αλλά και το συναίσθημα. Για πολλοστή φορά η Ύδρα βρέθηκε και πάλι τυλιγμένη στις φλόγες. Ξανά και πάλι για τον ίδιο λόγο: μια εκτεθειμένη χωματερή όπου, κόντρα σε κάθε λογική προσέγγιση, καίγονται συνεχώς, αενάως και αδιαλείπτως σκουπίδια. Κόντρα σε δεσμεύσεις, διακηρύξεις, υποκριτικές εκδηλώσεις ευαισθησίας, εύκολες και αβασάνιστες υποσχέσεις, πολύπλοκα συστήματα προστασίας του νησιού από επίσημους και ανεπίσημους φορείς, ξανά, για μια ακόμη φορά η ίδια ιστορία…

Πριν τρία χρόνια, βρέθηκα ξανά όπως όλοι μας, μάρτυρας μιας μεγάλης φωτιάς που είχε και πάλι την ίδια ακριβώς αιτία. Για μέρες ολόκληρες εξαφάνιζε κάθε ίχνος πρασίνου που με κόπο η φύση είχε καταφέρει να επανακτήσει, μετά από μια ακόμα πιο καταστροφική πυρκαγιά που είχε ξεκινήσει από το ίδιο ακριβώς σημείο, μερικές δεκαετίες πριν. Σ’ αυτήν είχαν χάσει την ζωή τους και τρεις νέοι άνθρωποι σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να της αντιπαρατεθούν. Ένας απ’ αυτούς υπήρξε παιδικός μου φίλος. Φέτος συμπληρώνονται 25 χρόνια από την ημέρα που χάθηκαν. Δεν υπάρχει φαντάζομαι χειρότερος τρόπος να απαξιώσει μια κοινωνία την μνήμη και την αυτοθυσία τους, από την πλήρη αδιαφορία που δείχνει να αντιμετωπίσει τις αιτίες που προκάλεσαν τον άδικο χαμό τους.

Πριν τρία χρόνια, θυμωμένος για αυτή την ανεπίτρεπτα εγκληματική αδράνεια, είχα γράψει μια ανοιχτή επιστολή προσπαθώντας να εξηγήσω την ρίζα του προβλήματος. Με έκπληξη ανακάλυψα ότι δεν ήταν τόσο απλό να βρει κανείς βήμα και αυτιά διαθέσιμα, να μιλήσει για τα αυτονόητα. Μια συστολή που η μακροχρόνια απουσία μου έχει προσθέσει στον τρόπο που πάντα προσεγγίζω τα κοινά της Ύδρας, αφού πάντα θεωρώ ότι τον πρώτο λόγο τον έχουν όσοι μένουν συνεχώς στο νησί και μετά όλοι εμείς οι υπόλοιποι, με σταμάτησε από το να επιμείνω. Έτσι η επιστολή έμεινε αποθηκευμένη στον υπολογιστή μου για τρία ολόκληρα χρόνια. Αυτή την φορά την δημοσιεύω μέσα από αυτή την ιστοσελίδα μετανιωμένος πικρά και ευελπιστώντας να αποτελέσει αιτία μιας ανοιχτής συζήτησης για όλα όσα απασχολούν το νησί μας. Η σελίδα είναι ανοικτή σε όποιον θεωρεί ότι θέλει να έχει λόγο για την Ύδρα και άποψη για το μέλλον της και το κάνει κυρίως επώνυμα και ανιδιοτελώς.

Οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών σε ολόκληρη την χώρα, που ουσιαστικά είναι αποτέλεσμα μιας ίδιας νοοτροπίας σε μεγαλύτερη κλίμακα, δεν επιτρέπει σε κανένα, ελεύθερα σκεπτόμενο και με συνείδηση άνθρωπο, να σιωπά.

Παναγιώτης Ράππας

Παρασκευή, 11 Ιουνίου 2010

Wednesday, June 9, 2010

Βλέποντας την Ύδρα να καίγεται

Πήρα το πλοίο για την Ύδρα, μια μέρα δύσκολη και για αυτήν αλλά και για όλους όσους την έχουν πραγματικά αγαπήσει. Το ημερολόγιο έγραφε 25 Ιουλίου, η φωτιά για δεύτερη μέρα εξαφάνιζε ότι είχε παραλείψει να καταστρέψει είκοσι δύο χρόνια νωρίτερα και η ατμόσφαιρα στο πλοίο, πολύ φυσικό άλλωστε, βαριά.

Οι Υδραίοι, αρκετοί ανάμεσα στους επιβάτες του πλοίου, σιωπηλοί, παρόλο που αρκετοί γυρνούσαν από μια ακόμη δικαστική αναμέτρηση σε ένα πρόβλημα που τους έχει διχάσει μήνες τώρα. Καμία διάθεση για κουβέντα. Ίσως η μόνη ευδιάκριτη διαφορά ενός νησιώτη από έναν στεριανό είναι αυτή η άνεση που έχει ο πρώτος να οχυρώνεται στη σιωπή και την περισυλλογή στα δύσκολα. Η εξοικείωση με την μοναξιά που γνωρίζει σαν παλιό καλό φίλο. Τα χρόνια και η καταγωγή μου δίδαξαν και μένα να ξεχωρίζω πολύ καλά τις στιγμές που αυτή αποκτά τον έλεγχο. Έχω μάθει να της παραδίδομαι.

Όμως αυτές οι στιγμές είναι ταυτόχρονα στιγμές αμείλικτων ερωτηματικών και ανελέητης συχνά κριτικής και αυτοκριτικής. Τα γιατί, σαν ογκόλιθοι μιας τρομακτικής κατολίσθησης απειλούν να σε καταπλακώσουν…

Πριν είκοσι δύο χρόνια κυνηγούσα την φωτιά από πίσω, μαζί με όλους σχεδόν τους Υδραίους αλλά και τους φίλους του νησιού, νιώθοντας τρομερά αδύναμος να της αντιπαρατεθώ. Πριν από είκοσι δύο χρόνια ένας παιδικός μου φίλος, σαφέστατα γενναιότερος από μένα, έχανε την ζωή του ακριβώς για αυτόν τον λόγο: Τόλμησε να της αντιπαρατεθεί. Μαζί του έχαναν την ζωή τους δύο ακόμη νέοι άνθρωποι που απλά έτυχε να βρίσκονται στην Ύδρα και να την έχουν αγαπήσει. Μόνιμα ή παροδικά δεν θα το μάθουμε ποτέ. Η αυτοθυσία με την οποία έτρεξαν να την προστατέψουν όμως, μαρτυρά ότι την αγάπησαν. Πριν είκοσι δύο χρόνια όλοι μαζί δίναμε υποσχέσεις να μην αφήσουμε να ξανασυμβεί κάτι τέτοιο.

Τι κάναμε όμως από τότε μέχρι σήμερα; Πιέσαμε; Απαιτήσαμε; Φωνάξαμε; Υπενθυμίσαμε στους έχοντες την ευθύνη και την εξουσία να λάβουν κάποια υποτυπώδη έστω μέτρα; Ελέγξαμε την εγκληματική τους αδράνεια όταν μας ζητήθηκε δια της ψήφου μας να το κάνουμε; Όσο και να νιώθει κανείς την ανάγκη να δικαιολογηθεί και όσο έξυπνα αν κάνει κάτι τέτοιο, αυτή η καταστροφή που άφησε πίσω της η φωτιά αλλά και το γεγονός ότι ξεκίνησε και ολοκλήρωσε το έργο της ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και δρόμο όπως και η προηγούμενη, θα τον αφήνουν ακάλυπτο. Φταίνε σίγουρα πολλοί και πολλά αλλά ΦΤΑΙΜΕ ΚΑΙ ΟΛΟΙ ΜΑΣ.

Το γεγονός ότι κάποιοι δεν κάνουν σωστά την δουλειά τους, ότι χρησιμοποιούν τίτλους και αξιώματα για επίτευξη και κάλυψη προσωπικών και μόνο στόχων και συμφερόντων, ότι κάποιοι απ’ αυτούς όχι μόνο δεν φροντίζουν να οχυρώσουν το νησί από εύκολα προβλέψιμες καταστροφές αλλά εμποδίζουν κιόλας όσους θέλουν να το κάνουν, αποδεικνύει αν μη τι άλλο ότι όλοι εμείς οι απλοί πολίτες του, δεν ασκούμε σωστά και ουσιαστικά το καθήκον που ορίζει για μας η Δημοκρατία: της συνεχούς επαγρύπνησης, του ελέγχου και της ενεργού συμμετοχής. Αυτό απαιτεί σαν σύστημα για να λειτουργήσει. Αυτό είναι και το οξυγόνο της. Αλλιώς, μεταλλάσετε γρήγορα σε ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο παιγνίδι πονηρών συναλλαγών και αλληλοεξυπηρέτησης μικροσυμφερόντων που απαξιώνει στο τέλος τα πάντα. Ιδιαίτερα, επειδή η γλώσσα που χρησιμοποιεί για να καλύψει αυτή της την στάση και μέθοδο, είναι μια γλώσσα πλούσια σε υπερθετικούς και ταυτόχρονα απόλυτα καινή από κάθε ουσία.

Δυστυχώς έχω την αίσθηση, αυτό ακριβώς βιώνουμε καθημερινά στον μικρό μας «βράχο», που μπορεί να «ακούμπησε κάποτε πάνω του ολόκληρη η Ελλάδα»[1] όμως σήμερα «τον ακουμπάει» αυτή η ιδιαίτερη ράτσα των νεοελλήνων που δεν γνωρίζει «ούτε όσιο αλλά ούτε και ιερό» ικανό να αντισταθεί στην καταστροφική της μανία που ονομάζει με μια δόση ανεξέλεγκτης αυταρέσκειας «αξιοποίηση»... Δεν υπάρχει τίποτα άλλο που να χαρακτηρίζει καλύτερα την παρακμή μιας κοινωνίας ως φαινόμενο, από την κίβδηλη γλώσσα που χρησιμοποιεί διαστρεβλώνοντας και παραποιώντας τις έννοιες και μαζί με αυτές την Αλήθεια. Με πρώτες τις Αρχές της και τις κάθε μορφής Εξουσίες της.

Και φυσικά δεν θεωρώ αθέμιτο το να επενδύει κανείς με μέτρο και σύνεση αλλά προπάντων σεβασμό σε ένα μέρος που του αρέσει και αγαπάει αλλά όταν μεταβάλει την αυλή μιας ιστορικής ενορίας του νησιού σε… πισίνα τότε κάτι δεν πάει καθόλου καλά. Όταν δε αυτοί που αποτελούν την ιστορική συνέχεια του τόπου, απλά κλείνουν τα μάτια σ’ αυτό το ανοσιούργημα τότε τα πράγματα έχουν σίγουρα ξεφύγει. Ακόμα χειρότερα, όταν οι επίσημες αρχές του, οι αρμόδιες υπηρεσίες αλλά και όλοι αυτοί που έχουν κηρύξει εαυτούς «ως μόνους» προστάτες του, σφυρίζουν αδιάφορα κοιτώντας αλλού, μάλλον το πρόβλημα είναι εκτός ελέγχου.

Επιστρέφοντας μετά από πολλά χρόνια απουσίας, μεσήλικας πια, και αφού πέρασα πολλά χρόνια με διαφορετικούς λαούς και ανθρώπους, μπορώ να καταθέσω με σιγουριά ότι μόνο ένας «νεοέλληνας επενδυτής» στην ακατάπαυτη μανία του να «αξιοποιήσει» είναι ικανός για ένα τέτοιο ανοσιούργημα.

Βέβαια, πράγμα αρκετά δύσκολο στις μέρες που περνάμε, αν κάποιος προσπαθήσει μακριά από συναισθηματικές φορτίσεις να αναλύσει γιατί φτάσαμε σήμερα στα «μη περεταίρω» θα οδηγηθεί εύκολα στο συμπέρασμα ότι η Ύδρα είχε την φοβερή και διαρκή ατυχία τις τελευταίες δεκαετίες, να διοικείται από «άρχοντες» επιεικέστατα ανεπαρκείς έως και ανύπαρκτους. Και δυστυχώς μάλιστα, σε καιρούς που η εξειδικευμένη γνώση, η οξυδέρκεια και η διορατικότητα, είναι απαραίτητες ως εφόδια για να ανταπεξέλθει μια μικρή ουσιαστικά κοινωνία, στα σύνθετα προβλήματα της εποχής μας. Τα τεράστια κενά γνώσης αλλά και διάθεσης να αναζητηθεί αυτή, και η πρόδηλη ανικανότητά τους είναι αυτά που έχουν προκαλέσει αυτή την τρομερή σύγχυση. Άλλα το ίδιο ένοχη είναι και η αδράνεια όλων μας, μιας και αν μη τι άλλο τους αφήνει το πεδίο εντελώς ελεύθερο.

Πως αλλιώς εξηγείται για παράδειγμα, το γεγονός ότι παρόλο τον πακτωλό χρημάτων από τα ευρωπαϊκά ταμεία που έχουν εισρεύσει στην ελληνική επικράτεια, η Ύδρα που είχε την τύχη πολύ νωρίς να έχει μπει σε καθεστώς «προστασίας» λόγω της ιδιαίτερης ομορφιάς της αλλά και παρόλο το βάρος της ιστορίας της, στερείται βιολογικού καθαρισμού. Χέζουμε και μετά κολυμπάμε στο «μούτι» σε απλά υδραίικα. Θυμάμαι, κάθε φορά που αυτή η αδιάσειστη απόδειξη της ανεπάρκειάς μας σαν κοινωνία γενικότερα, έρχεται για να βασανίσει το μυαλό μου, το γράμμα που έστειλε ένας «άγριος ερυθρόδερμος», αρχηγός μιας φυλής ινδιάνων στο «πολιτισμένο» Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών ενάμιση αιώνα πριν, όταν ο τελευταίος του ζήτησε να αγοράσει την γη της φυλής του για να την «αξιοποιήσει»: «…ο λευκός» έγραφε ο αναιδής άγριος, «μοιάζει με άρρωστο ζώο. Λερώνει στη φωλιά του και όταν η βρώμα της το πνίγει πηγαίνει και φτιάχνει φωλιά πάρα κάτω και αρχίζει από την αρχή τα ίδια…». Αυτή δυστυχώς είναι η μεταχείριση που επιφυλάσσουμε και στην μικρή μας πατρίδα, ενώ ταυτόχρονα, όλοι κόπτονται ότι αγαπάνε και «σφάζονται στην ποδιά της» για το ποιος θα την προστατέψει καλύτερα από τις άνομες βουλές των υπολοίπων, ενοχλητικών μνηστήρων. Είναι αξιοπρόσεχτο για όλους όσους έχουν ζήσει την Ύδρα πριν την έλευση των ταχύπλοων, που έκαναν εύκολη και γρήγορη την πρόσβαση σε «ορδές» νεοελλήνων (αλλοδαπούς είχε πάντοτε) εραστών, ότι μαζί μ’ όλους αυτούς τους ορκισμένους «προστάτες» της έχουν αυξηθεί κατακόρυφα και τα κρούσματα ασέλγειας και βιασμού σε βάρος της. Και βέβαια πάντα από υπερβολική και ανεξέλεγκτη αγάπη…

Πράγμα διόλου περίεργο βέβαια, γιατί αν ρωτήσει κανείς ακόμη και κάποιον «εξ επαγγέλματος» προστάτη ή αλλιώς νταβατζή, για ποιο λόγο αξιοποιεί με τον τρόπο που αξιοποιεί, τα δύστυχα πλάσματα που έχει καταφέρει να ελέγχει, την γλώσσα των συναισθημάτων θα διαλέξει για να το εξηγήσει. Από ενδιαφέρον και αγάπη «ρε αδελφέ» αλλά αφού μπορούμε ας «βγάλουμε και κανένα φράγκο» δε χάθηκε ο κόσμος...

Το ότι με τέτοια μεταχείριση κάποια στιγμή θα πάψει να είναι τόσο ιδιαίτερα θελκτική, δεν δείχνει να απασχολεί κανέναν. Προς το παρόν το γλεντάμε… Όσο για τους «αξιοποιούντες» κανένα πρόβλημα αρκεί να πουλήσουν έγκαιρα και με όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος. Άπειρες οι περιπτώσεις υπέρ-αξιοποίησης τόπων που στην συνέχεια εγκαταλείφθηκαν παντελώς στην τύχη τους γιατί στην ουσία αυτή τους κατάστρεψε.

Είναι γελοίο να υποστηρίζει ένας λογικός άνθρωπος ότι είναι μείζον πρόβλημα η τοποθέτηση ενός κλιματιστικού (με μέσο όρο ζωής πέντε το πολύ χρόνια) και να καταδιώκει ανηλεώς τους «παραβάτες» θεωρώντας ότι οφείλουν να προσαρμοστούν στο «μεταλλαγμένο κλίμα» που μας κληροδότησε η «αξιοποίηση» του πλανήτη γενικότερα, ώστε να μην το χρειάζονται καθόλου. Σε μια έκρηξη μεγαλοθυμίας δε μερικές φορές, τους το συγχωράει, αφού όμως πρώτα συμμορφωθούν και το κλείσουν σε ένα ξύλινο κατά προτίμηση κλουβί έτσι που να μην προσβάλει την ιδιαιτέρως εκλεπτυσμένη αισθητική του που αυτή και μόνο αυτή γνωρίζει το ωραίο και πως αυτό ορίζεται, όπως επίσης και πώς να προφυλάξει όλους εμάς τους ακαλλιέργητους αγρίους από το άσχημο. Θεωρεί όμως, παρόλα αυτά, την «μετάλλαξη» της αυλής μιας ιστορικής εκκλησίας σε πισίνα, μια αποδεκτή αισθητικά παρέμβαση και αμελητέο πρόβλημα ή τουλάχιστον κάνει τα στραβά μάτια.

Είναι τουλάχιστον απαράδεκτο σαν στάση να αντιδρά κάποιος, υστερικά, στο όνομα μάλιστα της «Οικολογίας» στην ιδέα και μόνο της κατασκευής ενός δρόμου που θα λειτουργούσε σαν αντιπυρική ζώνη για τα πευκοδάση του νησιού και φυσικά μετά από μελέτη ειδικών και με ειδικές προδιαγραφές που να μην προσβάλουν την ομορφιά του χώρου. Κλείνει όμως προκλητικά τα μάτια, όταν ένα «εξέχων» μέλος του συλλόγου που έχει δημιουργηθεί για αυτόν τελικά τον λόγο (;), περιφράζει πευκόδασος και μάλιστα δίπλα στην θάλασσα με «παραδοσιακούς» τσιμεντόλιθους…

Αναρωτιέμαι είναι τόσο τρομερά αντιαισθητικό να περπατάει κανείς στον δρόμο Παλαμιδάς-Επισκοπή που να προτιμά να δει ολόκληρο το δάσος καμένο από άκρη σε άκρη παρά να φτιαχτεί κάτι τέτοιο και στο υπόλοιπο νησί; Το ερώτημα βέβαια είναι καθαρά ρητορικό γιατί πευκόδασος δεν υπάρχει πια. Το κάψαμε και ησυχάσαμε.

Δεν είμαι σε καμία περίπτωση αντίθετος με την ύπαρξη του συλλόγου των οικολόγων του νησιού και γνωρίζω πολύ καλά ότι τα περισσότερα μέλη του από ανιδιοτελή αγάπη κινούνται. Θεωρώ όμως αυτή την κοντόφθαλμη χρήση δύο μέτρων και δύο σταθμών στην αξιολόγηση δεδομένων, ασυγχώρητη και συχνά επικίνδυνη. Ιδιαίτερα επικίνδυνη όταν διεκδικεί λόγο και επιβάλλει απόψεις πάνω σε θέματα που αφορούν ένα τόπο, χωρίς να έχει φροντίσει εκ των προτέρων να έχει καθοριστεί ένα σαφές πλαίσιο, μέσα από διάλογο ανάμεσα σε ειδικούς, για το ποιο ακριβώς είναι το ζητούμενο και αυτό να ισχύει για όλους ανεξαιρέτως όπως απαιτεί και το σύνταγμα μας άλλωστε, στην αρχή της ισοπολιτείας.

Πέρασα άλλωστε τα νεανικά μου χρόνια στην Γερμανία, την δεκαετία του ογδόντα απ’ όπου ξεκίνησαν τα Οικολογικά κινήματα να οργανώνονται με δομές πολιτικών κομμάτων στην Ευρώπη, έχοντας σαφώς ενθουσιάσει και εμένα. Ένας από τους ανθρώπους που με είχε εντυπωσιάσει και μάλιστα βαθύτατα τότε με τον «γεμάτο πάθος» λόγο του και τα «αδιάσειστα επιχειρήματα» του σε θέματα που αφορούσαν το περιβάλλον, ήταν ο Γιόσκα Φίσερ ιδρυτικό μέλος των Πρασίνων. Αυτός ο ίδιος μερικά χρόνια αργότερα, εδραιωμένος στην πολιτική σκηνή της χώρας του, συνυπέγραφε τον βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας με απεμπλουτισμένο και ως εκ τούτου «οικολογικότατο» ουράνιο. Διάβασα πολλές συνεντεύξεις του μετά απ’ αυτό. Μέχρι σήμερα πιστεύει ότι «έπραξε το σωστό». Απίστευτη ασυνέπεια λόγου και πράξης όμως παρόλα αυτά «λογικά υποστηριγμένη» και για πολλούς «πολιτικά ορθή».

Είναι όμως και αυτό δείγμα της σύγχυσης που περνάμε σαν κοινωνία. Υπάρχουν διαφορετικά μέτρα και σταθμά ανάλογα με το που ανήκει ο καθένας, σε ποιο γκρουπ συμφερόντων έχει ενταχθεί, αν είναι δικός μας ή από την άλλη μεριά. Και αν τύχει να συμβαίνει το τελευταίο, τότε καλύτερα να εξαφανιστεί από προσώπου γης. Πρέπει να διαπομπευθεί, να χτυπηθεί ανηλεώς κάτω από την ζώνη, να συκοφαντηθεί, να θαφτεί στην λάσπη, να κομματιαστεί αν είναι δυνατόν με τον πιο απάνθρωπο τρόπο μέχρι να σταματήσει να ενοχλεί δια της παρουσίας του και να αποτελεί κίνδυνο, αφού με την εισαγωγή «καινών δαιμόνιων» διαταράζει τις εύθραυστες ισορροπίες της ισόβιας και ράθυμης νιρβάνας των κρατούντων.

Αφήνουν οι ανύπαρκτες αρχές του τόπου, την επίσημα και με βούλα κρατική ΔΕΗ, να στολίσει με χοντρά καλώδια τριφασικού ρεύματος την ακτή του νησιού από άκρη σε άκρη, γράφοντας «στα παλιά της τα παπούτσια» τους νόμους του κράτους που υποτίθεται υπηρετεί, και δεν υπάρχει πρόβλημα. Πολεοδομία, Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Νομαρχία, οι κατά τα άλλα λαλίστατοι προστάτες της «Υδραίας Φώκιας», ο πάντοτε «Εύχαρης και Δραστήριος» Δήμαρχος μετά του Δημοτικού του Συμβουλίου, όλοι ευχαριστημένοι και απροβλημάτιστοι. Είναι όμως τεράστιο πρόβλημα να τοποθετηθούν οι εύκολα μεταφερόμενες χημικές τουαλέτες στις υπό «εκμετάλλευση» παραλίες, γιατί αυτό δεν συνάδει με την υπερευαίσθητη και ποτέ λανθάνουσα αισθητική των «ειδικών της προστασίας» στην οποία προαναφερθήκαμε. Χέστε ως εκ τούτου παιδιά ελεύθερα και κατά βούληση, στα πεύκα και στα βράχια, απολαμβάνοντας μάλιστα και την θέα, γιατί έτσι και οικολογικότατο λίπασμα εξοικονομούμε και ο κώλος σας αερίζεται. Τώρα όσο για τις μυρουδιές και το παντού σκορπισμένο και «επιζωγραφισμένο χαρτί υγείας», ε δεν βαριέστε, θα τα συνηθίσετε. Για μια τέτοια πρωτόγνωρη δε εμπειρία, αξίζουν τα είκοσι με είκοσι πέντε ευρώ που θα σας στοιχίσει το «μπάνιο». Πόσο δίκιο είχε τελικά αυτός ο «άγριος» ινδιάνος…

Αν το ιερό τέρας του Βρετανικού θεάτρου είχε την τύχη να γεννηθεί τέσσερις αιώνες αργότερα στα μέρη μας, θα είχε γράψει την περίφημη «Κωμωδία των Παρεξηγήσεων» σαν σειρά για την τηλεόραση και μάλιστα πολλών επεισοδίων, για να μπορέσει να χωρέσει τα τερτίπια των «εραστών» της καημένης της Ύδρας.

Έτσι, η περιοχή γύρω από την ιστορική οικία Παύλου Κουντουριώτη, που με ανακούφιση μάθαινα πριν τριάντα χρόνια, ότι μετά από πολυετείς δικαστικούς αγώνες, ο ευπατρίδης τότε Δήμαρχος του νησιού, Αντρέας Ραφαλιάς κατάφερνε να περάσει στα περιουσιακά στοιχεία του Δήμου, έχει ξαναπεράσει πια στα χέρια ιδιωτών «αξιοποιητών» που έχουν μάλιστα έτοιμες και τις άδειες για τις «Παραδοσιακές Βίλες» που σχεδιάζουν να χτίσουν εκεί. Όταν ρώτησα πως προέκυψε κάτι τέτοιο μου είπαν την πιο απίθανη ιστορία που άκουσα μέχρι σήμερα, παρόλο που λόγω δουλειάς έχουν πέσει στα χέρια μου αμέτρητα σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Ένας γιδοβοσκός λέει αφού, λογικά, η περιοχή πέρασε στα χέρια του Δήμου άρχισε να βοσκάει τα γιδοπρόβατά του εκεί. Για να περνάει την ώρα του έπαιζε μάλιστα, τι άλλο, την φλογέρα του. Την έπαιζε δε τόσο όμορφα, που Δήμαρχος και Δημοτικό συμβούλιο μαγεμένοι από την απαράμιλλη τέχνη του, αποφάσισαν να του παραχωρήσουν την περιοχή και μάλιστα ολόκληρη. Αφού συμπλήρωσε είκοσι πέντε χρόνια παιξίματος βέβαια, για να τηρηθεί και ο νόμος (περί χρησικτησίας) τον οποίο έχουν ορκιστεί να προστατεύουν. Για τους πονηρά σκεπτόμενους θα πρέπει να αναφέρω ότι και αρκετοί «καλοί γείτονες» του ευαίσθητου γιδοβοσκού, ενθουσιασμένοι και αυτοί από τόση βουκολική ευδαιμονία και ομορφιά, «μαρτύρησαν» όπως απαιτεί και πάλι ο νόμος ότι πράγματι αδιαλείπτως και για πάνω από είκοσι πέντε ολόκληρα χρόνια βοσκούσε τα πρόβατα και έπαιζε την φλογέρα του εκεί. Άρα όλα εντάξει και νομιμότατα. Ο γιδοβοσκός όμως, προοδευτικό και ανήσυχο πνεύμα, μη έχοντας τα απαιτούμενα μέσα να «αξιοποιήσει» την γη που απέκτησε αλλά κατενθουσιασμένος από την ιδέα της «αξιοποίησης» εν γένει, αποφάσισε να την παραχωρήσει έναντι αμοιβής σε έχοντες τα μέσα «Αξιοποιητές». Έτσι όλοι εμείς οι Υδραίοι Δημότες περιμένουμε ευτυχείς προσεχώς μια ντουζίνα ωραίες, «Παραδοσιακές» παρακαλώ κατοικίες, να φυτρώσουν στην πάλαι ποτέ περιουσία μας… Για τους λίγους, ελάχιστους δυσαρεστημένους, ο δήμος προσφέρει εντελώς δωρεάν (μου είπαν αλλά η πληροφορία ελέγχεται) τις όμορφες μελωδίες της φλογέρας του βοσκού σε CD που αποδεδειγμένα χαλαρώνουν. Δεν γνωρίζουμε δυστυχώς τίποτα για την τύχη των αιγοπροβάτων…

Κύριοι αρμόδιοι της «Προστασίας», επίσημοι και ανεπίσημοι τα πολύ θερμά μου συγχαρητήρια!...

Μεγάλο άγχος μας διακατέχει επίσης «ως ευαίσθητους και περιβαλλοντικά συνειδητοποιημένους» πολίτες αν η Υδραίισα Φώκια μπορεί ανενόχλητη να κάνει το μπάνιο και την ηλιοθεραπεία της στις ακτές του νησιού, αδιαφορούμε όμως παντελώς αν η φουκαριάρα η Υδραία, που είχε την ατυχία να μην γεννηθεί φώκια, πίνει ή μαγειρεύει με νερό από σωλήνες αμιάντου. Όταν μάλιστα έχουν περάσει δεκαετίες από τότε που και εργαστηριακά οι επιστήμονες, απέδειξαν ότι κάτι τέτοιο προκαλεί σίγουρα καρκίνο.

Αυτές και άλλες σκέψεις συνόδευαν το ταξίδι μου στην φλεγόμενη Ύδρα και ο θυμός μου παραμένει έντονος, μέρες μετά που ολοκληρώνω αυτό το κείμενο. Η εικόνα της φωτιάς από τα Τσελεβίνια είναι συνεχώς καρφωμένη στο μυαλό μου. Όμως αυτό που με ξύπνησε από την δική μου προσωπική νιρβάνα, ήταν μια σύντομη συζήτηση με ένα νέο Υδραίο έφηβο που έτυχε να συνταξιδεύει μαζί μου. Μόλις έχει τελειώσει το Λύκειο και ετοιμάζεται για το επόμενο βήμα. Στο έξυπνο και ζωηρό βλέμμα του η μνήμη αναγνώρισε την ματιά δύο αγαπημένων παιδικών μου φίλων, που είναι οι γονείς του. Όταν τον ρώτησα αν σκέφτεται να παραμείνει μετά τις σπουδές του στο νησί μου το ξέκοψε: «Η Ύδρα» μου είπε «είναι ένας τόπος σε ανεξέλεγκτη παρακμή. Μόνο τις καλοκαιρινές του διακοπές μπορεί να περάσει εκεί κάποιος που θέλει να κάνει με την ζωή του κάτι. Μην σας μπερδεύει το καλοκαιράκι. Περάστε εκεί ένα χειμώνα και το ξανασυζητάμε…».

Αυτή είναι και η μεγαλύτερη και άσβηστη φωτιά που τρώει το νησί. Αυτή η κατάσταση που ακροθιγώς μόνο περιγράφω και είναι στην πραγματικότητα πολύ ζοφερότερη, δεν αφήνει τα παιδιά της να αισθανθούν ότι αξίζει τον κόπο να δέσουν μαζί της την ζωή τους. Τι κρίμα! Άρα για τι συζητάμε; Χωρίς νέους ένας τόπος απλά πεθαίνει. Όμως γιατί;

Τέλος, γράφω αυτό το «ανοιχτό» γράμμα χωρίς την παραμικρή διάθεση να αντιπαρατεθώ με κανέναν, αγαπητοί μου συμπολίτες. Τα πολλά χρόνια απόστασης και απουσίας έχουν φροντίσει να χτίσουν έναν βαθύτατο σεβασμό και αγάπη για όλους, ακόμη και τους αντίθετα σκεπτόμενους. Αλλά είναι νομίζω καιρός να γίνει επιτέλους κάτι. Κάνω λοιπόν μια πρόταση πρόσκληση. Να αρχίσουμε έναν ανοικτό διάλογο ανάμεσα σε όλους όσους ανιδιοτελώς αγαπούν το νησί, και ο καθένας μέσα από τον δικό του χώρο και με τον τρόπο που γνωρίζει, να βοηθήσουμε στην αναβάθμιση του. Στόχος ας είναι να δημιουργηθεί ένα φόρουμ ανταλλαγής απόψεων που θα λειτουργεί, όπου μπορεί συμβουλευτικά (και όπου όχι θα συμβουλεύεται) αλλά και θα ασκεί πίεση προς τους κρατούντες με γνώμονα πάντα το καλό της Ύδρας. Μια δεξαμενή σκέψης ή Thing Tank κατά τους αγγλοσάξονες που θα κάνει προτάσεις για το που τραβάμε. Η μόνη προϋπόθεση για την συμμετοχή σ’ αυτό ας είναι η δέσμευση, ότι καθένας από όσους συμμετέχουν, θα καταθέτει επώνυμα τις όποιες σκέψεις ή προτάσεις του.

Ο χώρος αυτός είναι ανοιχτός και φιλόξενος σε όλους. Αφήνω και την ηλεκτρονική μου διεύθυνση και όποιος νομίζει ότι τον αδικώ με όσα γράφω είμαι έτοιμος να τον ακούσω και αν με πείσει με επιχειρήματα, να του ζητήσω δημόσια συγνώμη. Δεν απαντώ ποτέ σε ανώνυμους. Σας ευχαριστώ.

Παναγιώτης Ράππας

Ύδρα, 29 Ιουλίου 2007



[1] Τίτος Γιοχάλας: «ΥΔΡΑ χαμένη γλώσσα»